Ματιές στην Αργολίδα – Κοιλάδα το ψαροχώρι της Αργολίδας

Δημοσιεύτηκε 27 Φεβρουαρίου 2022

Δεν υπάρχουν Σχόλια

Η Κοιλάδα, η περήφανη αυτή γωνιά της Αργολικής γης, που γέννησε Καπεταναίους ξακουστούς και την έκα­ναν γνωστή σ’ όλα τα λιμάνια της γης,που με την αλμύρα της θάλασσάς της μεγαλώσαμε, είναι γνωστή σ’ όλο τον αλιευτικό κόσμο της πατρίδας μας για τα Ναυπηγεία της. Μεγάλωσα ουσιαστι­κά μέσα στο Ναυπηγείο, αφού η αυλή του σπιτιού μου ήταν το Ναυπηγείο. Οι θύμισες είναι γλαφυρές και ολοζώντα­νες.

Τα καράβια από τη Σάμο, που έφερναν την ξυλεία, τα βουβά- και σε σχήμα κυκλικό, με τζινέτια τα έβγαζαν στη στεριά, σε συνέπαιρναν. Στο σκά­ρωμα των καϊκιών με τα χνάρια, όταν ορθωνόταν η καρένα ένιωθες πως συμ­μετέχεις και συ. Με το πέτσωμα έβλε­πες να παίρνει σάρκα και οστά το σκαρί που μέχρι πριν λίγο προβληματιζόσουν πώς θα επιπλεύσει. Με το φτιάξιμο των κουκετών φανταζόσουν πώς οι ψαράδες θα ξαποσταίνουν όταν το καΐκι θα κάνει πορεία. Για τα πετυχη­μένα κοράκια αλλά και το κοτσάκι, δείγ­ματα καλαισθησίας και τέχνης παινευό­σουν. Με τα κατάρτια, τα ξάρτια, τα ταμπούκια το όνειρό σου έπαιρνε την τελική του μορφή για να παλέψει με τον πουνέντη.
Με τους μηχανικούς να τοποθε­τούν και να δοκιμάζουν τις μηχανές, αλλά κυρίως με το ρίξιμο του καϊκιού στη θάλασσα, με τον αγιασμό, με την έπαρση των Καπεταναίων και την υπε­ρηφάνεια των μαστόρων, με την πρώτη δοκιμή της μηχανής και την πρώτη βόλτα στο λιμάνι της Κοιλάδας, με την προσδοκία ότι τούτο το σκαρί θα είναι το γρηγορότερο, το πιο καλοτάξιδο, το πιο τυχερό, ζούσες ανεπανάληπτες στιγμές. Γνώρισα τον Μαστρομιχάλη τον Πάχο, έζησα τον πατέρα μου να παλεύει όλο για το καλύτερο, να μην συμβιβάζεται με τη μετριότητα.
Έφηβος εγώ διαφωνούσα μαζί του βλέποντάς τον μαζί με τους μαστόρους επί μέρες ολόκληρες να μετρούν με τα τερίζια, να σχίζουν τα ξύλα στην κορδέλα, να σμιλεύουν τα ζωνάρια, να πελεκάνε με τις ώρες και τα άμορφα σκληρά ξύλα να γίνονται στα χέρια τους καλλιτεχνήματα, δίχως να τους προ­βληματίζει η παραγωγικότητα.
Η απάντηση όμως ήταν αποστο­μωτική: «Εγώ είμαι τεχνίτης δεν είμαι έμπορος. Από τα δικά μου χέρια δε θα βγει σκαρί που να μην είναι όπως το θέλω». Και ο πήχης ήταν ψηλά.
Έπρεπε να ήταν καλοτάξιδο, να είχε καλά βαθυκά, να ριζώνει, να καρ­φώνει μέσα στη θάλασσα αλλά και πανέμορφο. Δεν επιτρεπόταν να μπει ξύλο β’ διαλογής. Τα μηχανήματα και τα μέσα λιγοστά, όλα σχεδόν με το χέρι και τα παραδοσιακά εργαλεία. Τα συμ­φωνητικά που έγραφα στην ΣΤ’ Δημο­τικού είχαν ξύλινη γλώσσα: «εκ ξυλείας και πεύκης και καρφώσεως σιδηράς γαλβανισμένης».
Το Ναυπηγείο του Αντώνη Μαργέτα άνοιξε στην Κοιλάδα το 1937. Την κατοχή μεταφέρθηκε στις Σπέτσες, επειδή δεν υπήρχαν δουλειές και ο Θόδωρος ο Τουτουντζής ήταν αυτός που το 1952 του διαμήνυσε: «Μαστραντώνη έλα στην Κοιλάδα, οι δουλειές έχουν ανοίξει, σε περιμένουμε».
Έτσι συνεταιρίστηκαν για 10 χρό­νια. Έζησα τους σημερινούς φημισμέ­νους Ναυπηγούς, το Γιάννη το Λέκκα και το Μίμη το Μπασιμακόπουλο μαζί με τον αδελφό μου τον Παναή να ζυμώνονται μέσα στην τέχνη θεωρώ­ντας την αυτοσκοπό και όχι εμπορική δραστηριότητα, να δουλεύουν με μερά­κι ακούγοντας ολημερίς τα τραγούδια της ξενιτιάς του Στέλιου Καζαντζίδη. Εμπειρίες μοναδικές, ανεκτίμητες. Να βλέπεις τους καπεταναίους με ολόκλη­ρη την οικογένεια τους να βάφουν, να βαφτίζουν τα καΐκια με τα πιο αγαπη­μένα ονόματα.
Ο μπάρμπα Κώστας ο Φασιλής, ο Νονός μου Αλέκος, ο Αντώνης και ο Ρίκος Εμμανουήλ, οι Γιώργος και Πάνος Τούσσας, ο Γιάννης ο Φασιλής, ο Κώστας ο Φλωρής, ο Πέτρος ο Κυριαζής από το Χέλι και δεκάδες καπεταναίοι από τα νησιά του Αιγαίου, από τη Σάμο μέχρι τη Χάλκη, ζούσαν από κοντά το σκάρωμα των καϊκιών τους κοντεύοντας να γίνουν και αυτοί Ναυπηγοί.
Οι σπιτομαραγκοί Γιάννης Τουτουντζής και Χρήστος Κακουριώτης αφιέρωσαν κομμάτια της ζωής τους στο Ναυπηγείο.
Οι τεχνίτες της Κοιλάδας συνεχί­ζουν μια παράδοση που αποτελεί αδιά­λειπτη συνέχεια και κορύφωση τής τόσο παραστατικά περιγραφόμενης από τον Όμηρο ικανότητας των Ελλή­νων στη Ναυπηγική Τέχνη.
Εύχομαι τα Κοιλαδιώτικα Ναυπη­γεία να συνεχίσουν, όπως τα σημερινά και τα παλιότερα, να κρατούν πάντα τη θέση που τους πρέπει και τα Κοιλαδιώτικα καΐκια να είναι καλοτάξιδα, να ξεχωρίζουν σε όποιο λιμάνι αράζουν για την αρχοντιά τους
Γιάννης Α. Μαργέτας
Έχει δημοσιευθεί στην Ειδική Έκδοση «Κοιλάδα το ψαροχώρι της Αργολίδας» (καλοκαίρι 2002), του περιοδικού «Ματιές στην Αργολίδα», που εκδιδόταν από την Συντακτική Ομάδα του έντυπου ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗ.
Οι φωτογραφίες είναι του Στέφου Αλεξανδρίδη

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *